- κεραίσαι
- κεραίσαι , κεραίζωravageaor inf actκεραίσαῑ , κεραίζωravageaor opt act 3rd sgκεραΐσαι , κεραίζωravageaor inf actκεραΐσαῑ , κεραίζωravageaor opt act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.